Tου Νίκου Γ. Ξυδάκη
Είναι αλήθεια λοιπόν. Απομακρυνόμενος γεωγραφικά από την Ελλάδα, τη βλέπεις πιο καθαρά. Και βλέπεις επίσης τους άλλους Ελληνες, της διασποράς, τους μη Ελλαδίτες, αυτούς που δεν τους λογιαριάζεις όταν τρώγεσαι με τα ρούχα σου και με τον διπλανό σου, εσύ, ο αυτάρεσκος Ελλαδίτης, ο κλεισμένος στον κύκλο της έριδος και της κατακραυγής, ο πιασμένος στον κύκλο της απαισιοδοξίας και της ανημπόριας.
Βλέπεις πιο καθαρά τους Ελληνες. Και αντιλαμβάνεσαι, μάλλον αισθάνεσαι σωματικά, ότι οι Ελληνες της διασποράς είναι ενημερωμένοι, είναι πολιτικοποιημένοι, πονάνε τον τόπο, και κυρίως δεν φοβούνται να πουν τη λέξη πατρίδα. Συντηρητικοί, αριστεροί, διανοούμενοι, επιχειρηματίες, επιστήμονες, βαθύπλουτοι και βιοπαλαιστές, καλλιτέχνες, εκδηλώνουν τον πατριωτισμό τους ανοιχτά, απερίφραστα, θερμά, ανιδιοτελώς (πώς αλλιώς;).
Ισως αυτά τους διαφορίζουν από τους κακορίζικους Ελλαδίτες: η ανιδιοτέλεια, το καθαρό βλέμμα, ο άδολος πατριωτισμός. Ιδίως όσοι προκόβουν και σταδιοδρομούν στα εξόχως ανταγωνιστικά πεδία των ΗΠΑ είναι εκτεθειμένοι σε μια νοοτροπία αριστείας και αξιοκρατίας, άνευ της οποίας ουδέν επιτυγχάνει ο μέτοικος, κι αυτή τη νοοτροπία θέλουν να δουν και στην Ελλάδα. Και βεβαίως είναι εκτεθειμένοι στη νοσταλγία, αλλά όχι για μια ιδεατή Ελλάδα που έχουν να τη δουν δεκαετίες, διότι τη βλέπουν κάθε χρόνο· η νοσταλγία τους κατευθύνεται προς μια Ελλάδα ήδη εξελιγμένη που την έχουν δει να μην υστερεί στο υλικό μέρος. Η νοσταλγία τους αναζητεί μια ηθικά ακέραιη Ελλάδα - αυτή που δεν υπάρχει. Αυτή τη νοσταλγία τους την ένιωσα μεταδοτική και ευεργετική.
Οι κοσμοπολίτες και καλλιεργημένοι Ελληνες των ΗΠΑ, 30 - 50 ετών, αριστούχοι των πιο φημισμένων πανεπιστημίων και αριστούχοι στις μπίζνες, είναι επίσης εκτεθειμένοι στον αμερικανικό πατριωτισμό, που είναι φλογερός, συνταγματικός πατριωτισμός, με δημοκρατικές ρίζες.
Και από μια τεθλασμένη διαδρομή αναβαπτίζουν τον πατριωτισμό τους προς την Ελλάδα στην αμερικανική κολυμπήθρα και τον ξαναβρίσκουν: άδολο, δημοκρατικό, ανιδιοτελή, θερμό. Τέτοιον που στον ελλαδικό χώρο δεν τολμούμε καν να τον ονοματίσουμε, όχι να τον διακηρύξουμε.
Τι μπορούμε να κάνουμε για την πατρίδα; Αυτή τη βαθιά κουβέντα την άκουσα από πολύ διαφορετικούς ανθρώπους, μέσα σε δέκα αμερικανικές ημέρες· από κορυφαίους πανεπιστημιακούς, λόγιους, επιχειρηματίες, τεχνοκράτες. Δεν είχα απαντήσεις. Τι να πω; Αντίκριζα μια πλουσιότατη δεξαμενή ταλέντων, σκέψης, ζωτικότητας, που τροφοδοτεί τον Νέο Κόσμο που τους υποδέχθηκε.
Από αυτή τη ζωτικότητα μπορεί να ωφεληθεί και ο χειμαζόμενος ελλαδικός κορμός. Με κάθε τρόπο και κάθε σχήμα συνεργασίας, με μικροδίκτυα και άμεσες συμπράξεις, προπάντων με ειλικρίνεια και σεβασμό προς αυτούς τους πολύτιμους συμπατριώτες. Τους έχουμε ανάγκη, μας έχουν ανάγκη. Οπως μου είπε σαραντάρης πλούσιος: Αν βουλιάξει η Ελλάδα, τι θα είμαστε; Τίποτα!
Πηγή: Καθημερινή